Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2012

Τ.Παπαγεωργίου: Οι “αμαρτωλές” μεταβιβάσεις των μεταλλείων Χαλκιδικής (audio)

Από antigoldgreece


Στα πλαίσια του αφιερώματος του Radiobubble για τις ιδιωτικοποιήσεις, ο Τόλης Παπαγεωργίου (Παρατηρητήριο Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων) περιγράφει στον @Galaxyarchis και την @IrateGreekτην ιστορία των μεταβιβάσεων των μεταλλείων στην TVX Gold τη δεκαετία του ’90 και στην Ελληνικός Χρυσός το 2003. Το πώς το δημόσιο και η τοπική κοινωνία είναι οι μεγάλοι χαμένοι από ένα “deal” που απέφερε στην εταιρεία Άκτωρ 170 εκατομμύρια ευρώ. Ποιος ο ρόλος του πρώην υπουργού και νυν δημάρχου Χρήστου Πάχτα στις μεταβιβάσεις, ο αγώνας τον κατοίκων για τη ζωή και το περιβάλλον, και το Συμβούλιο της Επικράτειας ως τελευταίο ανάχωμα στις ασύδοτες αυτές πρακτικές.


Την εκπομπή του news.radiobubble.gr κλείνει απόσπασμα συνέντευξης τηςΑναστασίας Φρατζεσκάκη (μέλους της ΟΥΛΕ) στο ραδιοσταθμό “Στο Κόκκινο”, για την περίπτωση της COSCO στο λιμάνι του Πειραιά, και πώς η κινεζική εταιρεία πορεύεται προς ένα τοπικό μονοπώλιο. Ακούστε ολόκληρη την εκπομπή εδώ.



Μετά την απότομη πτώση στην πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας το 2010, η κοινωνία βρίσκεται μόνιμα σε σύγχυση. Το περιβάλλον της βαθιάς οικονομικής κρίσης σε συνδυασμό με τις βίαιες αλλαγές που προκάλεσε η εισβολή του Μνημονίου, λειτούργησαν σαν το λίπασμα σε ένα χωράφι σπαρμένο με μύθους, που καλλιεργούνταν συστηματικά εδώ και πολλά χρόνια, προκειμένου να αποσπάσουν την κοινωνική συναίνεση για μία σειρά αλλαγών προς όφελος των ιδιωτών και σε βάρος του Δημοσίου. Η ελληνική κοινωνία είχε ήδη έντονα κατακερματιστεί από τη δεκαετία του ’90, οπότε και αρχίζει η συστηματική αυτή προσπάθεια αναστροφής του οικονομικού μοντέλου της δεκαετίας του ’80.


Η θεμελιώδης σύγχυση αφορά τον ίδιο τον ορισμό των λέξεων που χρησιμοποιούνται, καθώς προέρχεται από την ταύτιση του Κράτους με το Δημόσιο και ακόμη χειρότερα την ταύτιση της εκάστοτε Κυβέρνησης με το Κράτος και κατά συνέπεια το σύνολο του Δημοσίου. Ο δημόσιος πλούτος, οι εταιρείες, τα δάση, τα ποτάμια, ο ορυκτός πλούτος, οι θάλασσες και οι λίμνες, δεν ανήκουν στο Κράτος με την έννοια του ιδιοκτήτη που μπορεί να ορίσει όπως νομίζει την κτήση του. Οι Κυβερνήσεις από την άλλη οφείλουν να διαχειρίζονται το δημόσιο αυτό πλούτο προς όφελος του νόμιμου ιδιοκτήτη του που δεν είναι άλλος από το σύνολο της κοινωνίας. Ακόμη κι αν δεχτούμε ότι μία Κυβέρνηση μπορεί να πουλήσει κατά βούληση οτιδήποτε από τα προαναφερθέντα, το ελάχιστο που είναι υποχρεωμένη να διασφαλίσει είναι το πολλαπλάσιο κέρδος για τους πολίτες της. Και μάλιστα με όρους ισότητας και ισονομίας.

Επειδή όμως το πρόσφατο παρελθόν βρίθει από περιπτώσεις σκανδαλωδών παραχωρήσεων δημόσιων υποδομών σε ιδιώτες και σε συνδυασμό με την βαρύτατη ύφεση που έχει στείλει τις εμπορικές αξίες στα τάρταρα, τίποτε από τα παραπάνω δεν μπορεί να θεωρούνται δεδομένα. Παρόλα αυτά, η κυρίαρχη άποψη που επιβάλλεται καθημερινά από την μέγιστη πλειονότητα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, αντιστρέφει τη λογική και έχει καταφέρει να πείσει μία μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας ότι αν “ξεφορτωθεί” τη δημόσια περιουσία θα κερδίσει η εθνική οικονομία και κατ’ επέκταση ο ίδιος.

Σκοπός του μακροσκελούς αυτού άρθρου είναι η αποδόμηση των πέντε βασικών μύθων, μέσω τον οποίων χτίζεται όλα τα προηγούμενα χρόνια, και ειδικά τώρα κάτω από συνθήκες αφόρητης πίεσης, η κοινωνική συναίνεση για τις ιδιωτικοποιήσεις.

ΜΥΘΟΣ 1: Η τελευταία Σοβιετία της Ευρώπης

Επειδή δεν είναι της παρούσης η ανάλυση του τι ήταν τα Σοβιέτ, που ελάχιστη σχέση έχουν με αυτό που υποδηλώνουν οι υπέρμαχοι των ιδιωτικοποιήσεων με την αγαπημένη τους ρήση “Η Ελλάδα είναι η τελευταία Σοβιετία της Ευρώπης”, πηγαίνουμε κατευθείαν σε αυτό που εννοούν και που βέβαια αποτελεί έναν τεράστιο μύθο. Εδώ και δύο-τρία χρόνια, προκειμένου να εκβιάσουν τη συναίνεση της κοινωνίας σε ένα πλιάτσικο δημόσιας περιουσίας που ήδη έχει ξεκινήσει, οι εκφραστές της κυρίαρχης άποψης επιδιώκουν να ερεθίσουν τα αντισταλινικά αντανακλαστικά μίας “δυτικής” κοινωνίας όπως η Ελληνική και παράλληλα να πείσουν ότι το Κράτος λειτουργεί ως ο ένας και βασικός επιχειρηματίας, κατέχοντας το μονοπώλιο σε όλες τις νευραλγικές παραγωγικές δραστηριότητες. Επιπρόσθετα, ότι εμποδίζει τους ιδιώτες να συμμετάσχουν στην παραγωγική διαδικασία, είτε αφήνοντάς τους μόνο το ρόλο του κομπάρσου, είτε εξαναγκάζοντάς τους να διαπλακούν με το Κράτος-Επιχειρηματία. Από τους 5 μύθους που αναλύουμε εδώ, είναι ο χονδροειδέστερος και ταυτόχρονα ο διασκεδαστικότερος.

Στην μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας συμβαίνει το εξής παράδοξο: Η Δεξιά κρατικοποίησε και η Κεντροαριστερά επαναϊδιωτικοποίησε. Εξηγούμαστε. Στις δύο μεγάλες περιόδους της θητείας του, ο ιστορικός ηγέτης της φιλελεύθερης παράταξης, Κωνσταντίνου Καραμανλή, ολοκληρώνονται ισάριθμες κρατικοποιήσεις στις βασικές υποδομές της ενέργειας και της ύδρευσης: το 1955 στη νεοϊδρυθείσα (πέντε χρόνια πριν) ΔΕΗ περνούν οι 400 και πλέον ιδιωτικές εταιρείες παραγωγής και διάθεσης ρεύματος και το 1974 παραχωρούνται τα δικαιώματα της ULEN στην Εθνική Τράπεζα και στη συνέχεια, το 1980, ιδρύεται η ΕΥΔΑΠ. Πιο πριν, το 1949, ιδρύεται ο ΟΤΕ και ενοποιεί τα επόμενα χρόνια όλες τις υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών κάτω από το κρατικό μονοπώλιο. Γενικά, η ανοικοδόμηση της Ελλάδας μετά τον Β’ ΠΠ και τον Εμφύλιο, περνά μέσα από τη δημιουργία δέσμης κρατικών επιχειρήσεων σε όλες τις βασικές υποδομές. Δεν είναι υπερβολή ο ισχυρισμός ότι η ανόρθωση της χώρας μετά τη δεκαετία του ’50, βασίστηκε σε εκείνες τις ΔΕΚΟ.

Ένα δεύτερο κύμα κρατικοποιήσεων γίνεται από τον Ανδρέα Παπανδρέου κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80, μόνο που σε εκείνη την περίπτωση δεν έχει να κάνει σε τίποτε με την κοινή ωφέλεια, παρά με τη συγκέντρωση δεκάδων παραπαιουσών ιδιωτικών επιχειρήσεων, τις γνωστές και ως “προβληματικές”. Η επιλογή αυτή δημιούργησε μεγαλύτερα προβλήματα στην οικονομία από όσα έλυσε, καθώς οι τονωτικές ενέσεις δεν τις εξυγίαναν με αποτέλεσμα να αποδειχτούν εξίσου ζημιογόνες για το κράτος.

Η μεγάλη στροφή στις ιδιωτικοποιήσεις γίνεται από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 κι έκτοτε η κεντρική πολιτική παραχώρησης κρατικών εταιρειών και δημόσιας περιουσίας, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δεν σταμάτησαν ποτέ. Μπορεί ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης να απέτυχε στο πρώτο μεγάλο πείραμα μαζικών ιδιωτικοποιήσεων που επιχείρησε την τριετία 1990-1993, αλλά ο Ανδρέας Παπανδρέου, παρόλο που επιστρέφει στην εξουσία με το σύνθημα της “προστασίας από το ξεπούλημα”, συνεχίζει από εκεί που αφήνει τα πράγματα ο Κ. Μητσοτάκης. Ο “εγκέφαλος” πίσω από το νέο οικονομικό πρόγραμμα φιλελευθεροποίησης υπήρξε ο υπ.οικονομικών της κυβέρνησης Παπανδρέου, Αλέκος Παπαδόπουλος, και ο κυριότερος εκπρόσωπος του κύματος μετοχοποιήσεων ο σοσιαλδημοκράτης ηγέτης του ΠΑΣΟΚ, Κώστας Σημίτης. Έκτοτε η Ελλάδα μετοχοποιεί, ιδιωτικοποιεί και εισάγει ιδιώτες στη διαχείριση των κρατικών μονοπωλίων, ασταμάτητα εδώ και μία εικοσαετία.

«Ιδιωτικοποίηση, αποκρατικοποίηση, μετοχοποίηση, πώληση, εκποίηση, αξιοποίηση: Η πλούσια ελληνική γλώσσα έχει μια λέξη για κάθε (προπαγανδιστική) περίσταση. Και το (κάποτε πλούσιο) ελληνικό κράτος χίλιους τρόπους για να γίνει πιο φτωχό.
(…)
Στην εικοσαετία 1987 – 2006 η Ελλάδα αποδείχθηκε, αναλογικά με το μέγεθος της εγχώριας αγοράς, πρωταθλήτρια στις αποκρατικοποιήσεις τραπεζών. Το ελληνικό Δημόσιο μόνο από τις αποκρατικοποιήσεις τραπεζών εισέπραξε 4,5 δις ευρώ (2,5% του ΑΕΠ)»

Το παραπάνω απόσπασμα δεν προέρχεται από το λόγο κάποιου βουλευτή του ΚΚΕ, ούτε από ανάλυση δημοσιογράφου της Αυγής. Είναι τα λόγια της δημοσιογράφου και βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας, Σοφίας Βούλτεψη.

Η εκπρόσωπος του κόμματος των ιδιωτικοποιήσεων περιγράφει αναλυτικά τις βασικότερες περιπτώσεις μετοχοποιήσεων και αποκρατικοποιήσεων των δύο περασμένων δεκαετιών:

  • 1994: Με νόμο επιτρέπεται μετοχοποίηση του ΟΤΕ σε ποσοστό 25%.
  • 1998: Πώληση Τράπεζας Κρήτης και Τράπεζας Μακεδονίας-Θράκης. Μετοχοποίηση Εθνικής Τράπεζας
  • 1999: Με νόμο επιτρέπεται πώληση έως και 49% του ΟΤΕ μαζί με τον μάνατζμεντ. Μετοχοποίηση ΔΕΠ, ΔΕΠΑ, ΕΥΑΘ. Πώληση Ιονικής Τράπεζας
  • 2001: Μετοχοποίηση του 62% του ΟΤΕ. Μετοχοποίηση ΟΠΑΠ, ΟΛΘ
  • 2002: Νέα μετοχοποίηση ΟΤΕ, ΔΕΗ, ΟΠΑΠ. Πώληση ΕΤΒΑ
  • 2003: Νέα μετοχοποίηση ΟΤΕ, ΟΠΑΠ. Πώληση πακέτων ΕΛΠΕ, ΕΤΕ, Ελληνικού Χρηματιστηρίου. Δημόσια εγγραφή ΟΛΠ
  • 2004: Νέα πώληση πακέτου ΕΛΠΕ
  • 2006: Πώληση Εμπορικής Τράπεζας
  • 2007: Πώληση πακέτου του ΟΤΕ. Μετοχοποίηση ΤΤ
  • 2008: Πώληση πακέτου ΟΤΕ και παραχώρηση μάνατζμεντ στην DT. Πώληση προβλήτα 1 λιμένος Πειραιώς στην COSCO. Συμφωνία μαμούθ με ΟΛΠ.
  • 2009: Πώληση Ολυμπιακής και νέου πακέτου του ΟΤΕ
  • 2010: Παρολίγον πτώχευση, υπογραφή μνημονίου με ΔΝΤ, ΕΕ, ΕΚΤ και επίσημη έναρξη της επιχείρησης “μαζικές ιδιωτικοποιήσεις της… ελληνικής Σοβιετίας”.

Η αρχή της “αποσοβιετοποίησης” έγινε με την είσοδο των ΔΕΚΟ στο χρηματιστήριο στη δεκαετία του ’90. Τότε άλλαξε ο θεμελιώδης χαρακτήρας της Δημόσιας Επιχείρησης, καθώς απέμεινε το επιχειρηματικό το κυρίαρχο χαρακτηριστικό τους. Η διοίκηση δεν έπρεπε να λογοδοτεί στην κοινωνία, αλλά στους μετόχους και βέβαια στους πολιτικούς της προϊσταμένους. Η επιχείρηση δεν κρινόταν με βάση την παροχή υπηρεσιών στο σύνολο των πολιτών, αλλά με το κέρδος (ή τις ζημιές) στο τέλος του έτους. Τα κόστη των υπηρεσιών, η ποιότητα και η έκτασή τους συνδέθηκαν με οικονομοτεχνικές παραμέτρους.

Από εκεί και πέρα τα πράγματα έγιναν πολύ πιο εύκολα για την πλήρη αποδέσμευση του Κράτους. Αρκούσε ένας νόμος που να παραχωρεί μέσω του χρηματιστηρίου το μάνατζμεντ των επιχειρήσεων. Στη συνέχεια η παραχώρηση πέραν του 50% σε ιδιώτες. Και τέλος η πλήρης αποχώρηση του Κράτους από τη μετοχική σύνθεση των ΔΕΚΟ, κάτι που ψηφίστηκε πριν λίγες ημέρες στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Πολλές φορές, σε αυτή τη διαδικασία εμπλέκεται ένας ή περισσότεροι ιδιώτες, οι οποίοι αποτελούν τον ενδιάμεσο για την μετάβαση της κατοχής ενός κρατικού μονοπωλίου σε ιδιωτικά χέρια. Με αυτόν τον τρόπο αφενός μεν δεν υφίσταται το επικοινωνιακό σοκ μίας ταχείας ιδιωτικοποίησης και αφετέρου αποφεύγονται οι κακοτοπιές των ευρωπαϊκών μηχανισμών ελέγχου του ανταγωνισμού. Κατεξοχήν “μεσίτης” δημόσιας περιουσίας, με το αζημίωτο πάντα, υπήρξε ο Ανδρέας Βγενόπουλος, στον οποίο όμως θα αναφερθούμε σε επόμενο άρθρο.

Μία ακόμη μέθοδο έμμεσης ιδιωτικοποίησης που αναπτύχθηκε τη δεκαετία του ’90 και άκμασε την πρώτη δεκαετία του 2000 υπήρξαν τα λεγόμενα ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημοσίου & Ιδιωτικού Τομέα). Δηλαδή τα, κατ’ όνομα, συνχρηματοδοτούμενα έργα υποδομών μεταξύ κράτους και ιδιωτών. Με αυτή τη διαδικασία κατασκευάστηκε η γέφυρα Ρίου-Αντιρίου, το αεροδρόμιο “Ελ. Βενιζέλος”, η Αττική Οδός και στη συνέχεια οι περισσότερες νέες Εθνικές Οδοί. Να σημειωθεί ότι πρόσφατα αποφασίστηκε και η παραχώρηση της μοναδικής Εθνικής Οδού που παρέμενε αμιγώς στα χέρια του Κράτους: η Εγνατία Οδός. Στα ΣΔΙΤ θα αναφερθούμε αναλυτικότερα σε επόμενο άρθρο, όπου αναλύονται οι ως τώρα επιβλαβείς για την κοινωνία παραχωρήσεις δημόσιων υποδομών στα χέρια ιδιωτών. Αρκεί σε αυτό το σημείο να πούμε ότι ενώ θεωρητικά το μοντέλο προβλέπει τρεις χρηματοδότες των έργων (το κράτος, τις τράπεζες και τον ιδιώτη), πρακτικά μόνο το Κράτος επιβαρύνεται με τα έξοδα του έργου και ο ιδιώτης μπαίνει με ελάχιστο αρχικό κεφάλαιο (της τάξης συνήθως του 10%), εισπράττει ακόμη και πριν ολοκληρωθεί το έργο, εξασφαλίζει δια νόμου το κέρδος του και τέλος επιβαρύνει με τις όποιες επισφάλειες το δημόσιο, του οποίου την εγγύηση διαθέτει το σύνολο των δανείων που του παρέχονται για την κατασκευή του έργου.

Συνεπώς, ο ισχυρισμός ότι η Ελλάδα είναι το τελευταίο Σοβιετικό Κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μόνο ως ανέκδοτο θα έπρεπε να εκλαμβάνεται και -όπως θα δούμε στη συνέχεια με τους επόμενους μύθους- ως κακό ανέκδοτο.

ΜΥΘΟΣ 2: Το υπέρογκο Δημόσιο

Ένας δεύτερος μύθος έχει να κάνει με το πόσο ογκώδες είναι το Δημόσιο και πόσο δαπανηρές οι παροχές του Κράτους. Το Κράτος, στο οποίο πράγματι οφείλεται τεράστιο μερίδιο της ευθύνης για την οικονομική κατάσταση της χώρας, υποτίθεται ότι κινδύνεψε να πτωχεύσει λόγω των δαπανών για δημόσιες παροχές προς τους πολίτες του και βέβαια λόγω της στρατιάς των Δ.Υ. που συντηρούσε. Και στις δύο αυτές παραμέτρους, η άποψη των υπέρμαχων των μαζικών ιδιωτικοποιήσεων στηρίζεται σε κοινές δοξασίες που δημιουργήθηκαν μέσω της ανακύκλωσης εκφράσεων του συρμού και της εκτόξευσης εντυπωσιακών αριθμών που μικρή σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Το εν λόγω μύθο ισχυροποιεί και μία ακόμη σύγχυση μεταξύ ποιότητας, ποσότητας και κόστους παρεχόμενων υπηρεσιών, όπου η πραγματικότητα είναι ότι οι παροχές του ελληνικού Κράτους είναι πανάκριβες σε σχέση με την ποιότητα αλλά και την ποσότητά τους.

Στην πραγματικότητα η Ελλάδα σε λιγοστές παραμέτρους υπερβαίνει τους μέσους όρους της ευρωπαϊκής οικογένειας κρατών στην οποία ανήκει. Ενώ υπάρχουν κρίσιμοι τομείς των δημοσίων δαπανών, στις οποίες οι χώρα μας εμφανίζεται πολύ κάτω από το μέσο όρο ακόμη και του συνόλου των χωρών του ΟΟΣΑ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και πολλές χώρες που δεν θα λέγαμε ότι διαθέτουν το λεγόμενο “ευρωπαϊκό κεκτημένο”, δηλαδή ένα σχετικά ισχυρό κράτος πρόνοιας.

Ξεκινώντας από τις δημόσιες δαπάνες, βλέπουμε ότι στο σύνολό τους όχι μόνο παρέμειναν σταθερές ως ποσοστό του ΑΕΠ για τις δύο δεκαετίες του ’90 και του 2000, αλλά ουδέποτε κινήθηκαν πάνω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο. Αυτό το 45% θεωρείται ένα τυπικό ποσοστό για χώρα της Ευρώπης, τη στιγμή που ο διακυρηγμένος στόχος του μνημονίου είναι ο περιορισμός των δημοσίων δαπανών στο 30-35%. Κάτι τέτοιο, όπως φαίνεται και στο διάγραμμα των χωρών του ΟΟΣΑ, θα οδηγούσε την Ελλάδα σε επίπεδα Λατινικής Αμερικής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια δεν πρέπει να περιλαμβάνουν βρισιές και να μην είναι γραμμένα με greeklist.

Σχόλιο που έχει ταυτότητα χρήστη δημοσιεύεται χωρίς λογοκρισία, αρκεί πάντα η κριτική αυτή να είναι κόσμια.

Ζητούμε τη κατανόηση από τους ανώνυμους χρήστες, οι οποίοι ως συνήθως αβασάνιστα και χωρίς προσωπικό κόστος γίνονται αμετροεπείς υβριστές.

Όσα δεν τηρούν τους παραπάνω όρους διαγράφονται.