Από antigoldgreece
Ο μύθος (;) λέει ότι 0 Λαδίσλαος (Λαντισλάβ) Κασβίνσκυ, ένας Ούγγρος τοπογράφος μηχανικός του Αυστροουγγρικού στρατού τον οποίο είχε καλέσει το 1890 ο Σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ για να κάνει την χαρτογράφηση της Μακεδονίας, ανακάλυψε μεγάλη φλέβα χρυσού βόρεια του Κιλκίς σε μια περιοχή με το όνομα Αβρέτ Χισάρ. Το Αβρετ Χισάρ μετονομάστηκε σε Γυναικόκαστρο και σήμερα υπάρχουν δυο χωριά με αυτό το όνομα – Παλαιό και Νέο Γυναικόκαστρο – νοτιοδυτικά του Κιλκίς. Παλαιότερα όμως έτσι λεγόταν η ευρύτερη περιοχή.
Την ιστορία του Λαδίσλαου Κασβίνσκυ κατέγραψε για πρώτη και μάλλον μοναδική φορά ο Σκυριανός λογοτέχνης και δημοσιογράφος της εποχής Κωνσταντίνος Φάλταιτς. Το άρθρο του με τίτλο “Αβρέτ-Ισάρ” (Μεταλλείο χρυσού) στη “Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Δρανδάκη” βασίζεται στα όσα αφηγήθηκε ο ίδιος ο Κασβίνσκυ στις Ελληνικές Αρχές μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912, στην προσπάθειά του να τους πείσει να του παραχωρήσουν την εκμετάλλευση του μεταλλείου. Μετά από άοκνες προσπάθειες 25 ετών που θα διαβάσετε παρακάτω, ο Κασβίνσκυ τα κατάφερε τελικά και το 1920 υπεγράφη από τον Βασιλιά Αλέξανδρο ο νόμος 2414 (εικόνα) “περί παραχωρήσεως μεταλλείου χρυσού εις Αβρέτ Ισάρ”.
Τα τοπωνύμια έχουν όλα αλλάξει από τότε, όμως μπορέσαμε να τα τοποθετήσουμε πάνω στο χάρτη χάρη σε ένα παλιό άρθρο του περιοδικού ΠΡΙΣΜΑ- δυστυχώς δεν γνωρίζουμε το όνομα του συγγραφέα, οπότε ας μας συγχωρήσει που δεν τον αναφέρουμε. Φιντικλή λοιπόν ή Φουντουκλή είναι μια τοποθεσία μεταξύ των χωριών Παλατιανό και Βάθη. Πλανίτσα είναι η σημερινή Φύσκα, Μουτούλη είναι το Μεταξοχώρι και Μαρασλή είναι συνοικισμός του Γερακαριού.
Το χρυσοφόρο “Δύσωρον Όρος” και η άμμος του Γαλλικού ποταμού..
Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η παραχώρηση του μυθικού μεταλλείου του Αβρέτ Χισάρ συμπίπτει εν μέρει με την περιοχή που σήμερα το ΙΓΜΕ έχει προσδιορίσει ώς κύριο “στόχο” για έρευνα χρυσοφόρων κοιτασμάτων. Την περιοχή μεταξύ Δοϊράνης και Κρουσσίων (Δύσωρον Όρος). Το Δύσωρον Όρος αναφέρεται από τους αρχαίους συγγραφείς ως “χρυσοφόρον”. Εκεί βρίσκονται οι πηγές του Γαλλικού ποταμού, του Εχέδωρου των αρχαίων, το σύγχρονο όνομα του οποίου προέρχεται από τη ρωμαϊκή αποικία Καλλίκουμ (Callicum) που υπήρχε στην περιοχή κατά τον 1ο αιώνα π.Χ. Έστι δε Callicum το κόσκινο από δέρμα κατσίκας, με το οποίο συνέλεγαν τη χρυσόσκονη από τα ιζήματα του ποταμού- το χρυσόμαλλο δέρας δηλαδή!
… και ο πανταχού παρών Ηλίας Ηλιόπουλος!
Από το 1937 και για 20 χρόνια περίπου, δραστηριοποιούνταν στην περιοχή του Γαλλικού η Εταιρεία “Χρυσωρυχεία Βορείου Ελλάδος Α.Ε” η οποία παρήγαγε 1.300 κιλά χρυσού μέχρι που διέκοψε τις εργασίες της λόγω πτώσης της τιμής του χρυσού. Ο επιχειρηματίας πίσω από τα χρυσωρυχεία του Γαλλικού δεν είναι άλλος από τον γνωστό μας “Βαρώνο των ναρκωτικών” και μετέπειτα “Βαρώνο του βωξίτη”, Ηλία Ηλιόπουλο!
Η μεγάλη ανακάλυψη του Λαδίσλαου Κασβίνσκυ
Την εποχή του Κασβίνσκυ (τέλος 19ου-αρχές 20ου αιώνα και περίπου μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο) γινόταν εξόρυξη αντιμονίου στην περιοχή. Ο Κασβίνσκυ ανακάλυψε, λέει, “μεγάλους φακούς χρυσού” μέσα στο μετάλλευμα του αντιμονίου. Έκανε την εξόρυξη μόνος του, με τη δικαιολογία ότι κάνει μεταλλευτικές έρευνες και δεν χρειάζεται εργάτες. Ως τοπογράφος έκανε λεπτομερές τοπογραφικο διάγραμμα της περιοχής και των σημείων όπου βρήκε το χρυσό. Τις πέτρες που έβγαζε τις μετέφερε στον πύργο του στο Γερακαριό (τότε Ντογάντσα=γερακοφωλιά) όπου είχε εγκαταστήσει και μεταλλουργική κάμινο!
Οι κινήσεις του θεωρήθηκαν περίεργες και δεν άργησαν να κυκλοφορήσουν στην περιοχή φήμες ότι κάτι άλλο έψαχνε ο Κασβίνσκυ και όχι αντιμόντιο. Ζούσε και λίγο σπάταλα ο κύριος Κασβίνσκυ με την οικογένειά του, έκανε και πλούσια δώρα στους Τούρκους πασάδες για να εξασφαλίσει την εύνοιά τους και έτσι σε διάστημα λίγων μόνο μηνών είχε γίνει βούκινο στο Κιλκίς και τη Θεσσαλονίκη ότι είχε ανακαλύψει χρυσό. Λιμπίστηκαν το χρυσό οι πασάδες της Θεσσαλονίκης, πήραν το μεταλλείο στη δικαιοδοσία της Τουρκικής Διοίκησης και άρχισαν τις έρευνες, όμως δεν μπορεσαν να βρουν που είχε σκάψει ο Κασβίνσκυ. Εκείνος προσέφυγε στον Σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ ο οποίος φυλάκισε τους κακούς πασάδες που είχανε σφετεριστεί το μεταλλείο του Κασβίνσκυ (!) και διέταξε να κατεδαφιστεί ο πύργος του (!) για να βρούνε τα μεγάλα κομμάτια χρυσού που ο Κασβίνσκυ έλεγε ότι είχε βρει.
Σύμφωνα με τις διηγήσεις του, οι άνδρες του Σουλτάνου βρήκανε 200 οκάδες μεταλλεύματος με φακούς χρυσού μεγάλους σα στραγάλια… Ενθουσιάστηκε ο Σουλτάνος και πήρε το μεταλλείο του Αβρέτ Χισάρ στην ιδιοκτησία του, σαν προσωπικό του κτήμα. Έστειλε δικά του συνεργεία εργατών και μεταλλειολόγων να κάνουν έρευνες, αλλά ούτε αυτά κατάφεραν να βρουν τη μεγάλη φλέβα χρυσού. Τότε ο Σουλτάνος πρότεινε στον Κασβίνσκυ συνεκμετάλλευση του μεταλλείου. Εκείνος όμως ψυλλιάστηκε ότι ο Σουλτάνος ήθελε απλά να του αποσπάσει το μεγάλο μυστικό της ακριβούς θέσης της φλέβας και αντί να πάει ο ίδιος στη συνάντηση που είχε καθοριστεί, έστειλε έναν συνεργάτη του με ένα ψεύτικο τοπογραφικό διάγραμμα. Αρκετά παράτολμη κίνηση δεδομένης της φήμης του Αβδούλ Χαμίτ που ήταν γνωστός ως “κόκκινος Σουλτάνος” λόγω των θηριωδιών του… Τον συνεργάτη τον έφαγε το μαύρο σκοτάδι και ποτέ κανείς δεν έμαθε τι απέγινε. Ο Κασβίνσκυ για ασφάλεια έφυγε και πήγε στις αυλές της Γερμανίας και της Αυστρίας. Εκεί προσπάθησε να πείσει τον Κάιζερ και τον Αυτοκράτορα της Αυστρίας να μεσολαβήσουν στο Σουλτάνο για να του παραχωρήσει την εκμετάλλευση του μεταλλείου, αλλά ο Σουλτάνος μουλάρωσε και δεν κουνιόταν ρούπι.
Αν όλα αυτά ακούγονται σαν ένα επεισόδιο από τον Αλή Μπάμπά και τους 40 κλέφτες δεν φταίμε εμείς, αυτά διηγήθηκε ο ίδιος ο Κασβίνσκυ στις Ελληνικές αρχές μετά το 1912. Η συνέχεια είναι ακόμα πιο μυθιστορηματική.
Η ιστορία μπλεκόταν συνεχώς στα πόδια του Λαδισλάου και του χαλούσε τα σχέδια. Το 1908, πριν την απελευθέρωση, η Τουρκία απέκτησε Σύνταγμα και οι Νεότουρκοι ανακήρυξαν “εθνικό κτήμα” το μεταλλείο που δεν ήξεραν ούτε καν πού είναι. Ο Κασβίνσκυ έκανε ενέργειες και προς τους Νεότουρκους να του παραχωρήσουν την εκμετάλλευση του μεταλλείου, αλλά δεν τα κατάφερε. Έρχεται ο Βαλκανοτουρκικός πόλεμος του 1912 και μετά η Συνθήκη Ειρήνης του 1913 μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Ο Κασβίνσκυ το βιολί του. Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη Συνθήκη Ειρήνης, ο Κασβίνσκυ προσπάθησε να πετύχει να χαρακτηριστεί το μεταλλείο ως προσωπική ιδιοκτησία του έκπτωτου Σουλτάνου και άρα να μην περιέλθει στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου. Στη συνέχεια προσπάθησε με την ίδια επιμονή να πείσει την Ελληνική Κυβέρνηση και τον Βασιλιά Κωνσταντίνο να του δώσουν το μεταλλείο.
Έρχεται ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και “η υπόθεσις εισέρχεται εις νέας δραματικάς και απιστεύτους περιπετείας”, όπως γράφει ο Κ. Φάλταιτς. Οι Γερμανοί θεώρησαν τον Κασβίνσκυ ύποπτο στοιχείο και τον εξώρισαν στην Αίγυπτο. Όταν επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη μετά τον Πόλεμο, βρήκε ότι το σπίτι του – όπου έμενε μετά την κατεδάφιση του πύργου της Ντογάντσας – είχε καεί ολοσχερώς στην μεγάλη πυρκαγιά του 1917. Τον Κασβίνσκυ ποσώς τον ένοιαζε το σπίτι, αλλά μαζί με το σπίτι είχαν καεί και τα σχεδιαγράμματα του μεταλλείου του. Πήγε στο Αβρέτ Χισάρ, αλλά η περιοχή, λέει, είχε καλυφθεί εντελώς από τις προσχώσεις του ποταμού (του Γαλλικού) ο οποίος είχε αλλάξει κοίτη κι έτσι ούτε ο ίδιος δεν μπορεσε να βρει το μεταλλείο! Τοπογράφος είπαμε…
Aπτόητος, κατέβηκε στην Αθήνα για να δείξει στον Πρωθυπουργό Βενιζέλο και τον Υπουργό Οικονομικών τα ευρήματά του που ήταν δείγματα “γαλαζίου” (χαλαζία) με “χρυσόν εις εκπληκτικήν, εις πρωτοφανή αναλογίαν”! Εκείνοι πείστηκαν και τότε ήταν που με το νόμο του 1920 του παραχωρήθηκε επιτέλους το μεταλλείο του Αβρέτ Χισάρ.
Έλα όμως που πάνω που κατάφερε να πείσει την κυβέρνηση Βενιζέλου, ο Βενιζέλος πήγε κι έχασε τις επόμενες εκλογές… Ο επόμενος Πρωθυπουργός, ο Δ. Γούναρης αρνήθηκε να του δώσει άδεια έρευνας γιατί θεωρούσε ότι απάδει στην αξιοπρέπεια του Κράτους να συναλλάσσεται με τέτοιους τυχοδιώκτες. Ο Κασβίνσκυ όμως κατάφερε να παρακάμψει τον Πρωθυπουργό και να πείσει για το δίκαιο του αιτήματός του απευθείας τον Βασιλιά Κωνσταντίνο!
Με χρηματοδότηση λοιπόν απευθείας από την Εθνική Τράπεζα, ο Κασβίνσκυ ξεκίνησε έρευνες για την απωλεσθείσα φλέβα χρυσού στην περιοχή του χωριού Δίβουνο (Κιοσέ-Αμορτσαλί τότε). Με το Νόμο 2414/1920 το Ελληνικό Κράτος θα μετείχε κατά το ήμισι στο χρυσό, που τυχόν θα βρισκόταν μελλοντικά στο Αβρέτ Χισάρ. Μετά από άκαρπες έρευνες ενός έτους περίπου η Τράπεζα, που ήδη είχε ξοδέψει πάρα πολλά λεφτά για τις “έρευνές” του, του έκοψε τη χρηματοδότηση και τον άφησε να διαμαρτύρεται ότι χρειάζεται να διανοιχθούν περισσότερα δοκιμαστικά φρέατα. Για να γίνει πιο πιστευτός ο Κασβίνσκυ ότι υπάρχει χρυσός, άρχισε να κατονομάζει διάφορους εμπόρους της Θεσσαλονίκης στους οποίους προ 25ετίας είχε πουλήσει ράβδους χρυσού. Ωστόσο νέα άδεια δεν του δόθηκε.
Ο Κασβίνσκυ δεν σταμάτησε ποτέ να αναζητά χρηματοδότη για να ξαναβρεί τη μεγάλη φλέβα χρυσού του Αβρέτ Χισάρ. Στη διάρκεια του αιώνα που πέρασε πολλοί ακόμα, Έλληνες και ξένοι, ζήτησαν από το Ελληνικό Κράτος άδεια μεταλλευτικών ερευνών στην περιοχή όμως δεν τους εδόθη.
Όπως σημειώνει ο Κ. Φάλταιτς, η μεγάλη χρυσοφόρος φλέβα του Κασβίνσκυ“δυνατόν να αποτελεί και πραγματικότητα, όπως δυνατόν να αποτελεί και μύθον”. Όμως η περιοχή έχει χρυσό – αποθέματα προσχωματικού χρυσού στον Γαλλικό ποταμό και χρυσό στα γύρω βουνά – κι αυτό το γνωρίζουμε σήμερα πάρα πολύ καλά.
Επίλογος: Επιστροφή στο σήμερα
Κλείνουμε με τον απαραίτητο επίλογο: τέτοιες ιστορίες αναζήτησης του “χαμένου θησαυρού” ή της μεγάλης φλέβας χρυσού είναι σίγουρα συναρπαστικές και εξάπτουν τη φαντασία. Δεν είναι μόνο η προσδοκία των κερδών και του πλουτισμού, είναι και η γοητεία της ίδιας της έρευνας και η συγκίνηση της ανακάλυψης . Όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει τρομακτικά από την εποχή του Κασβίνσκυ και είναι ανάγκη να προσγειωθούμε στη σημερινή πραγματικότητα.
Ο μοναχικός τυχοδιώκτης χρυσοθήρας δεν υπάρχει πια. Υπάρχουν μόνο μεγάλες απρόσωπες πολυεθνικές εταιρείες.
Κοιτάσματα με “φακούς χρυσού μεγάλους σα στραγάλια” επίσης δεν υπάρχουν πια. Τώρα οι εταιρείες κυνηγάνε μικροσκοπικό, αόρατο χρυσό σε ασήμαντες περιεκτικότητες, μέχρι και κάτω από ένα γραμμάριο ανά τόνο μεταλλεύματος.
Η αξίνα και το κόσκινο του χρυσοθήρα έχουν περάσει κι αυτές στην ιστορία.Σήμερα για να αποσπαστεί το ένα γραμμάριο χρυσού ανά τόνο πρέπει να “κατεβεί” ολόκληρο το βουνό, να αλεστεί μέχρι να γίνει πούδρα και να ποτιστεί με κυανιούχα διαλύματα. Η εξόρυξη γίνεται από τεράστιους κρατήρες (open-pits) και παράγονται εκατομμύρια τόνοι τοξικών αποβλήτων, κληρονομιά για τις επόμενες γενεές.
Ο χρυσός των Κρουσσίων υπάρχει, είναι γνωστό από το ΙΓΜΕ ότι είναι σε πορφυρικά κοιτάσματα σαν των Σκουριών της Χαλκιδικής, όμως για να τον πάρουμε θα πρέπει η περιοχή ν’αλλάξει τελείως όψη.
Και δεν υπάρχει τίποτα το γοητευτικό στο να αλέθεις ένα ζωντανό βουνό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια δεν πρέπει να περιλαμβάνουν βρισιές και να μην είναι γραμμένα με greeklist.
Σχόλιο που έχει ταυτότητα χρήστη δημοσιεύεται χωρίς λογοκρισία, αρκεί πάντα η κριτική αυτή να είναι κόσμια.
Ζητούμε τη κατανόηση από τους ανώνυμους χρήστες, οι οποίοι ως συνήθως αβασάνιστα και χωρίς προσωπικό κόστος γίνονται αμετροεπείς υβριστές.
Όσα δεν τηρούν τους παραπάνω όρους διαγράφονται.